Το Χρυσό Ταμείο και η Εκλεκτή Σύμβουλος

Η πολυεθνική εταιρεία PwC συμμετείχε ως σύμβουλος της κυβέρνησης Μητσοτάκη στον σχεδιασμό του ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και κατόπιν βρέθηκε ως ανάδοχος στην κοινοπραξία στην οποία η κυβέρνηση (με υπογραφές Πιερρακάκη και Σκυλακάκη) απένειμε το πρώτο έργο Πληροφορικής του Ταμείου Ανάκαμψης. H πολύμηνη έρευνα #RecoveryFiles, με δημοσιογράφους από 15 χώρες και με τη συμμετοχή του Reporters United στην Ελλάδα, για τον ρόλο των «Big Four» συμβουλευτικών εταιρειών στα εθνικά Σχέδια Ανάκαμψης.

Εικονογράφηση: Spoovio.
24 Οκτωβρίου 2022
Το Χρυσό Ταμείο και η Εκλεκτή Σύμβουλος
Εικονογράφηση: Spoovio.
24 Οκτωβρίου 2022

#RecoveryFiles
Το #RecoveryFiles αποτελεί μια ερευνητική συμμαχία δημοσιογράφων και newsrooms με επικεφαλής την ανεξάρτητη πλατφόρμα Follow the Money, που παρακολουθεί την εξέλιξη του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. To Reporters United συμμετέχει στην έρευνα  σε συνεργασία με δημοσιογράφους από 20 χώρες και μέσα ενημέρωσης όπως η Le Monde στην Γαλλία, η Die Welt στη Γερμανία, το IRPI στην Ιταλία. 

Εικονογράφηση: Spoovio | Οπτικοποίηση δεδομένων: Κωνσταντίνα Μαλτεπιώτη

Το πρωινό της 7ης Απριλίου 2022 στο Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών ο διευθύνων σύμβουλος της PwC Ελλάδας Μάριος Ψάλτης, παρουσία του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Θόδωρου Σκυλακάκη, δήλωσε: «Είμαστε υπερήφανοι που ως PwC Ελλάδας είχαμε την ευκαιρία να υποστηρίξουμε ενεργά την ελληνική κυβέρνηση στην εκπόνηση του Ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΣΑΑ)». Αναφέρθηκε επίσης στην «ευκαιρία που θα έχουμε να συνεργαστούμε με τις κρατικές αρχές και τους φορείς του ιδιωτικού τομέα για την εφαρμογή του σχεδίου». Ένα μήνα αργότερα, η συμβουλευτική εταιρεία θα υπέγραφε ως ανάδοχος ενός έργου-ορόσημου για το Ταμείο Ανάκαμψης…  

Με στόχο την επαναφορά της ευρωπαϊκής οικονομίας σε αναπτυξιακή τροχιά μετά την πανδημία, οι Βρυξέλλες έδωσαν τον Φεβρουάριο του 2021 το πράσινο φως στον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery Resilience Facility – RRF). Πρόκειται για ένα μεγάλο πείραμα για την ΕΕ, που θα δανειστεί στην ουσία κεφάλαια από τις αγορές προκειμένου να διοχετεύσει συνολικά 723,8 δισ. ευρώ ως το 2026 στα ταμεία των κρατών μελών. Η Ελλάδα θα λάβει 31 δισ. ευρώ, -18,4 δισ. ως επιχορηγήσεις και 12,7 δισ. ως δάνεια με μηδενικό επιτόκιο- με τη δέσμευση το 20% των κεφαλαίων να δαπανηθεί σε έργα υπέρ του ψηφιακού μετασχηματισμού.

Σύμφωνα με την έρευνα #RecoveryFiles στην οποία συμμετείχε το Reporters United, υπό τον συντονισμό της ολλανδικής ομάδας Follow the Money και με τη συνεργασία δημοσιογράφων από 13 ακόμη χώρες, η σύνταξη των εθνικών σχεδίων που κατέληξαν προς έγκριση στην Κομισιόν, εξελίχθηκε σε χρυσωρυχείο για τις εταιρείες παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών. Κι αυτό γιατί τόσο κυβερνήσεις της ΕΕ, αλλά και η Κομισιόν, χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες των συμβούλων κατά τη διαμόρφωση, αλλά και στο κρίσιμο στάδιο της υλοποίησης των σχεδίων, παγιώνοντας μια νέα πραγματικότητα στενής συνεργασίας, αλλά και πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων. 

Αυτό φαίνεται πως συνέβη και στην Ελλάδα. 

Το Ελντοράντο της ψηφιακής μετάβασης 

«Σήμερα είναι μια μέρα-ορόσημο για τον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους. Το Gov-ERP, το πρώτο έργο Πληροφορικής που εντάχθηκε στο Ταμείο Ανάκαμψης, θα αποτελέσει έναν ακόμα παράγοντα ενίσχυσης της διαφάνειας, της λογοδοσίας, αλλά, τελικά, και των δημοσιονομικών μεγεθών της χώρας» είπε ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκος Πιερρακάκης, κατά την τελετή υπογραφής σύμβασης ύψους 51.522.000 ευρώ, ανάμεσα στην «Κοινωνία της Πληροφορίας ΜΑΕ» και τους νέους αναδόχους του έργου «Μεταρρύθμιση του Δημοσιονομικού Συστήματος στην Κεντρική Διοίκηση και τη λοιπή Γενική Κυβέρνηση». 

Στο δελτίο Τύπου που εξέδωσαν από κοινού στις 6 Μαΐου 2022 τα υπουργεία Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Οικονομικών, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ. Σκυλακάκης κάνει λόγο για «ένα εμβληματικό έργο για τη Δημόσια Διοίκηση» που «γίνεται πράξη με επιχορήγηση, ύψους 36,1 εκατ. ευρώ, από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας». Δεν υπάρχει ωστόσο καμία αναφορά για τους αναδόχους αυτού του εμβληματικού έργου και τους εκπροσώπους αυτών που ήταν παρόντες στην τελετή υπογραφής. 

Τελετή υπογραφής της σύμβασης για το έργο Gov-ERP μεταξύ της «Κοινωνίας της Πληροφορίας» και της κοινοπραξίας των εταιρειών «UniSystems – PwC – Real Consulting» παρουσία των Κυριάκου Πιερρακάκη και Θόδωρου Σκυλακάκη, 6 Μαΐου 2022. Πηγή: Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης.

Την πληροφορία για την κοινοπραξία τριών εταιρειών που ανέλαβε την υλοποίηση του “Gov-ERP” μπορεί να αναζητήσει κανείς στις ανακοινώσεις των εταιρειών UniSystems και Real Consulting (διευθύνων σύμβουλος Νίκος Βαρδινογιάννης, γιος του Βαρδή Βαρδινογιάννη), δύο εκ των τριών εταιρειών που απαρτίζουν την κοινοπραξία. Η τρίτη ανάδοχος εταιρεία, PwC, όπως και τα δύο εμπλεκόμενα υπουργεία, δεν εξέδωσε σχετική ανακοίνωση, παρότι το παρόν στην τελετή υπογραφής έδωσε ο Κυριάκος Ανδρέου αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας.

Διευθυντής στην PwC και «συγγραφέας» του κυβερνητικού Σχεδίου

Το Gov-ERP υποβλήθηκε ως υποψήφιο έργο από την ελληνική κυβέρνηση προς τις Βρυξέλλες τον Απρίλιο 2021. Όμως, οι προτάσεις έργων που αφορούν στο υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης δεν συντάχθηκαν μόνο από Έλληνες δημοσίους υπαλλήλους. Στην πλατφόρμα LinkedIn υπάρχουν ισχυρά τεκμήρια ότι και υπάλληλοι συμβουλευτικών εταιρειών έπαιξαν ρόλο στη διαμόρφωση των κειμένων. 

Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί το προφίλ του Director (Διευθυντή) στην PwC κ. Πάρη Μπάγια, που, όπως αναφέρει, εργαζόταν μεταξύ Οκτωβρίου 2020 και Μαΐου 2021 στην PwC ως «επικεφαλής ομάδας για τη διαμόρφωση» ψηφιακών έργων του ελληνικού Σχεδίου και «μέλος της συγγραφικής ομάδας του Σχεδίου». 

Όμως, πριν από αυτό, ο κ. Μπάγιας εργαζόταν για την Κομισιόν – μια περίπτωση δηλαδή περιστρεφόμενης πόρτας: Συγκεκριμένα, μεταξύ Απριλίου 2018 και Οκτωβρίου 2020 εργάστηκε ως εξωτερικός συνεργάτης της Γενικής Διεύθυνσης Στήριξης Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων της Κομισιόν (DG REFORM), που παρέχει εξατομικευμένη τεχνική υποστήριξη στα κράτη μέλη για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, κυρίως μέσω του Μέσου Τεχνικής Υποστήριξης (TSI)

Στιγμιότυπο από τον προσωπικό λογαριασμό του κ. Πάρη Μπάγια στο LinkedIn. Πηγή: LinkedIn.

Όπως προκύπτει από τη δημοσιογραφική έρευνα, η Κομισιόν αναθέτει όλο και πιο συχνά μέσω του TSI έργα σε συμβουλευτικές εταιρείες – συνήθως τις «Big Four»: Deloitte, PwC, KPMG και EY.  Στην ερ΄΄ωτησή μας πάντως εάν θεωρεί πως υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των θέσεων εργασίας του, ο κ. Μπάγιας απαντά πως αυτό δεν συνέβη «σε καμία απολύτως περίπτωση» και πως κατά την εργασία για την DG REFORM δεν είχε ανάμειξη «σε συμβάσεις που υπογράφηκαν μεταξύ DG REFORM και PwC», ενώ εξηγεί πως η συνεισφορά της ομάδας του «στα κείμενα του RRF [Ταμείου Ανάκαμψης] αφορά αυστηρά και μόνο στην υποστήριξη της διαμόρφωσης των κειμένων αναφορικώς με τους κανόνες του RRF, μετά την επίσημη λήψη του συνόλου των κειμένων από την πλευρά της Αναθέτουσας Αρχής».  

Τα μέιλ που δείχνουν την εμπλοκή Πιερρακάκη – PwC 

Η εμπλοκή εταιρειών όπως η PwC στη διαμόρφωση των προτάσεων που εντάχθηκαν στα εθνικά σχέδια ανάκαμψης επιβεβαιώνεται σιωπηρά από την Κομισιόν. Απαντώντας σε αίτημα FOI (αίτημα για πρόσβαση στη δημόσια πληροφορία) που κατέθεσε ο Ιταλός Αλεσάντρο Ρούντσι της οργάνωσης ReCommon, η Κομισιόν αρνήθηκε να παραχωρήσει τα ζητηθέντα έγγραφα, επικαλούμενη ότι αυτά «ανήκουν από κοινού στην ελληνική κυβέρνηση και στη συμβουλευτική εταιρεία PriceWaterhouseCooper (PWC)» – επιβεβαιώνοντας δηλαδή τη συνιδιοκτησία των εγγράφων από μέρους της PwC. Η Κομισιόν στην απάντησή της διευκρίνισε ότι τόσο η ελληνικη κυβέρνηση όσο και η PwC ρωτήθηκαν αλλά αρνήθηκαν να συναινέσουν στη δημοσιοποίηση των εγγράφων 

Η Κομισιόν παραχώρησε, ωστόσο, έναν κατάλογο εγγράφων που υποδηλώνει ότι η PwC επικοινωνούσε με την Επιτροπή για το ελληνικό Σχέδιο, πιθανώς για λογαριασμό του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης. 

Τα έγγραφα τα οποία ελληνική κυβέρνηση και PwC αρνούνται να δημοσιοποιήσουν φέρουν τίτλους όπως: «Email από την PwC με το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης κοινοποιημένο, για διευκρίνιση συγκεκριμένης ερώτησης σχετικά με σχέδια μέτρων» και «Email από την PwC με ενημερωμένα στοιχεία/υλικά που σχετίζονται με το προσχέδιο του ΣΑΑ. Συνημμένα (10 αρχεία συνολικά): φάκελοι που περιλαμβάνουν μέτρα υπό συζήτηση σχετικά με το προσχέδιο του ΣΑΑ». Ένα από τα emails έχει τον αναγνωριστικό τίτλο «20210217_Re: RRP – Pillar “Digital”; GOV-ERP v.0.8» παραπέμποντας στον πυλώνα της ψηφιακής μετάβασης και το έργο “Gov-ERP – πρόκειται βέβαια για το έργο το οποίο η κυβέρνηση θα ανέθετε τον Μάιο του 2022 στην κοινοπραξία της PwC.  

Από το όνομα του συνημμένου αρχείου γίνεται κατανοητό ότι η αλληλογραφία της κυβέρνησης με την PwC έλαβε χώρα τον Φεβρουάριο του 2021. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση – και συγκεκριμένα το υπουργείο του κ. Πιερρακάκη – αλληλογραφούσε 14 μήνες νωρίτερα με την PwC σχετικά με το έργο.

PwC και ελληνική κυβέρνηση απαντούν

Στην απάντησή της προς το Reporters United η PwC φαίνεται να μην αναγνωρίζει ύπαρξη σύγκρουσης συμφερόντων, λέγοντας πως «σε όλο το έργο της στον δημόσιο τομέα, η PwC Ελλάδος ακολουθεί τους ισχύοντες κανόνες και υποχρεώσεις της διαδικασίας των δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες γενικά περιλαμβάνουν δικλείδες ασφαλείας για τον εντοπισμό συγκρούσεων συμφερόντων». 

Το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης απάντησε – μέσω επιστολής του Σταύρου Ασθενίδη, διευθύνοντα συμβούλου στην «Κοινωνία της Πληροφορίας» – πως για το “Gov-ERP” δεν υπήρξε «προσφυγή σε εξωτερικό τεχνικό σύμβουλο», και πως «το έργο είναι διαχρονικό, σχεδιάστηκε και ξεκίνησε η προκήρυξή του, πολύ πριν τη δημιουργία του RRF, με αποτέλεσμα οποιαδήποτε ισχυρισμός περί συμμετοχής της PwC στη διαμόρφωση της τελικής διαμόρφωσης του καταλόγου των έργων να στερείται βασιμότητας». 

Σκυλακάκης: Η PwC κλήθηκε «να συνδράμει στη συγγραφή του τελικού κειμένου»

Στην απάντησή του το γραφείο τύπου του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών κ. Σκυλακάκη (ο οποίος επιβλέπει την Ειδική Υπηρεσία Συντονισμού Ταμείου Ανάκαμψης) τονίζει ότι στη διαμόρφωση του ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης «δεν συμμετείχε καμία εταιρεία παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών, υπό την έννοια του οποιουδήποτε είδους συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων για την επιλογή των έργων και προγραμμάτων του Ταμείου». 

Αναφέρεται όμως ότι δύο συμβουλευτικές εταιρείες τουλάχιστον συμμετείχαν στα στάδια της προετοιμασίας των προτάσεων προς την Κομισιόν: «Η συμβολή της PricewaterhouseCoopers και της Grant Thornton αφορούσε, αποκλειστικά, στην παροχή τεχνικής υποστήριξης», και συγκεκριμένα, «η PricewaterhouseCoopers, από την πλευρά της, τεχνική υποστήριξη, στην πρώτη φάση του έργου για έλεγχο πληρότητας και συμπλήρωση των πληροφοριών για κάθε έργο, καθώς και προ-αξιολόγηση της συμβατότητας των έργων, σε σχέση με τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό». 

«Και στη δεύτερη φάση» – αναφέρει το γραφείο τύπου του κ. Σκυλακάκη –  «η PwC κλήθηκε, αφού έλαβε τα σχόλια και τον τελικό κατάλογο των έργων -ως δεδομένο, να συνδράμει στη συγγραφή του τελικού κειμένου του Εθνικού Σχεδίου και να υποστηρίξει την Ειδική Υπηρεσία σε ενέργειες προετοιμασίας και επικοινωνίας για το “Ελλάδα 2.0″». Η έγκριση για τα έργα δόθηκε, σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ, από το Υπουργικό Συμβούλιο, και έτσι «δεν προκύπτει κανενός είδους σύγκρουση συμφερόντων, που να αφορά στην εκτέλεση άλλων έργων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ‘Ελλάδα 2.0’». 

1 δισ. ετησίως από την Κομισιόν στις συμβουλευτικές

Αντίστοιχα ερωτηματικά εγείρονται για την ίδια την Κομισιόν. Όπως πιστοποιεί και η Ειδική Έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Ιούνιο, η Κομισιόν κάνει εκτεταμένη χρήση υπηρεσιών εξωτερικών συμβούλων, δεσμεύοντας για τον σκοπό αυτό περί το 1 δισεκατομμύριο ευρώ ετησίως κατά την περίοδο 2017-2020. Τονίζεται ακόμη πως «η χρήση συμβούλων ενέχει πιθανούς κινδύνους υπερβολικής εξάρτησης, ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, συγκέντρωσης παρόχων αυτών των υπηρεσιών και πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων. Η Επιτροπή δεν παρακολουθεί, δεν διαχειρίζεται και δεν μετριάζει σε επαρκή βαθμό τους εν λόγω κινδύνους στο εσωτερικό της». 

Μέχρι στιγμής από την έρευνα που συντόνισε το Follow the Money, προκύπτει πως συμβουλευτικές εταιρείες έχουν ήδη κερδίσει τουλάχιστον 75 εκατ. ευρώ παρέχοντας τις υπηρεσίες τους προς ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για τη συμμετοχή τους στη διαμόρφωση εθνικών σχεδίων ανάκαμψης ή προς την Κομισιόν για την υλοποίηση των προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων. 

Στα σχέδια της Κομισιόν είναι και η μίσθωση περαιτέρω συμβουλευτικών υπηρεσιών ύψους 374 εκατ. ευρώ στα επόμενα δύο χρόνια, κυρίως σε σχέση με το Ταμείο Ανάκαμψης. Παράλληλα και για το TSI (Μέσο Τεχνικής Υποστήριξης) η Κομισιόν έχει προβλέψει συνολικά 864 εκατ. ευρώ ως το 2027. 

Τα προβλεπόμενα κεφάλαια για την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών κατευθύνονται συνήθως στις ίδιες εταιρείες. Οι αποκαλούμενες “Big Four” -PwC, Deloitte, KPMG και EY – συγκέντρωσαν το 55% των συμβάσεων παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών το 2021, ενώ εκτιμάται πως μόνο η PwC ανέλαβε έργα σε 17 κράτη μέλη το 2021, ύψους σχεδόν 10 εκατ. ευρώ. 

Υπάρχουν κι άλλοι κίνδυνοι συνδεδεμένοι με την εξάρτηση από τις συμβουλευτικές εταιρείες, όπως για παράδειγμα η διατήρηση συμβάσεων με εταιρείες που στην πορεία μπορεί να βρεθούν αντιμέτωπες με αποκλεισμό από την ΕΕ. Αυτό συνέβη στην περίπτωση της KPMG Advisory SA (το ιταλικό σκέλος της πολυεθνικής), την οποία η Κομισιόν μίσθωσε 13 φορές μέσα στο 2021 με συμβάσεις αξίας 3,7 εκατ. ευρώ. Τον Ιούλιο όμως του 2021, η Κομισιόν έθεσε την εταιρεία σε «μαύρη λίστα», αποκλείοντάς την για 18 μήνες από τη σύναψη συμβάσεων με την ΕΕ, εξαιτίας «σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος», χωρίς αυτό να διευκρινίζεται. Στο διάστημα, ωστόσο, που ακολούθησε, η KPMG Advisory SA συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες της στη βάση προηγούμενων συμβάσεων με την Κομισιόν σε κράτη, όπως η Κύπρος και η Κροατία. 

Σε ερώτημα του Reporters United προς το υπουργείο Οικονομικών της Κύπρου σχετικά με τη συνέχιση της υλοποίησης του έργου με τίτλο «υποστήριξη στην ψηφιοποίηση της διαχείρισης περιπτώσεων πτώχευσης», το οποίο είχε αναλάβει η KPMG Advisory SA, δόθηκε η ενδεικτική της παντοδυναμίας της Κομισιόν στη λήψη αποφάσεων απάντηση πως το έργο «υλοποιείται με τη λήψη τεχνικής βοήθειας από τη DG REFORM, η οποία έχει την ευθύνη για την επιλογή των συμβούλων και τη σύναψη των σχετικών συμβάσεων. Για οποιεσδήποτε περαιτέρω πληροφορίες αναφορικά με τη συγκεκριμένη σύμβαση μπορείτε να αποταθείτε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή». 

Κράτη μέλη έχουν επίσης εντάξει στον προϋπολογισμό τους τη μίσθωση συμβούλων για το στάδιο της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων. Έκθεση που δημοσιεύθηκε στη Γαλλία στις 10 Οκτωβρίου δείχνει ότι η γαλλική κυβέρνηση το 2021 πλήρωσε 10 εκατ. ευρώ για 152 περιπτώσεις παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών. Το ότι οι συμβουλευτικές εταιρείες κερδίζουν από το Ταμείο Ανάκαμψης σχετίζεται με το γεγονός ότι πολλά παραδοσιακά δημόσια καθήκοντα έχουν πλέον ιδιωτικοποιηθεί. Αυτό είναι μέρος μιας ευρύτερης τάσης που επεσήμανε η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Συνδικάτων Δημοσίων Υπηρεσιών (EPSU) στις αρχές Οκτωβρίου 2022. «Η τελευταία δεκαετία λιτότητας στέρησε από τον κρατικό τομέα πρόσωπα με κρίσιμες δεξιότητες και τεχνογνωσία», τονίζει ο γενικός γραμματέας της EPSU Γιαν Βίλεμ Γκουντριάν, συμπληρώνοντας πως στη θέση των δημοσίων υπαλλήλων που δεν αναπληρώθηκαν, ήρθαν εξωτερικοί σύμβουλοι, συχνά με υψηλότερο κόστος. 

Την ίδια ώρα, περιπτώσεις πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων εμφανίζονται και σε άλλα κράτη-μέλη. Στην Ισπανία για παράδειγμα, η κυβέρνηση προσέλαβε την Deloitte για να συγκεντρώσει τα απαραίτητα στοιχεία που χρειάζονταν για τη διαμόρφωση του ενεργειακού της σχεδίου. Στο ίδιο διάστημα, όμως, η Deloitte  παρείχε και υπηρεσίες στην ισπανική πετρελαϊκή Cepsa, στηρίζοντας την προσπάθειά της να κερδίσει επιχορηγήσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης. 

Όλα αυτά έρχονται να προστεθούν στα αναμενόμενα κέρδη που συμβουλευτικές εταιρείες αναμένεται να έχουν ούτως ή άλλως προσφέροντας τις υπηρεσίες τους σε δυνητικούς επενδυτές του ιδιωτικού τομέα που δείχνουν ενδιαφέρον για συμμετοχή σε έργα που εντάσσονται στο Ταμείο Ανάκαμψης. Στις ιστοσελίδες τους εδώ και καιρό οι μεγάλες συμβουλευτικές εταιρείες παρουσιάζουν ως bonus την τεχνογνωσία τους στον γραφειοκρατικό λαβύρινθο του ευρωπαϊκού μηχανισμού, διαφημίζοντας τους τρόπους με τους οποίους θα βοηθήσουν εταιρείες να αποκτήσουν πρόσβαση στα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης. 

Στην έρευνα αυτή συμμετείχαν οι δημοσιογράφοι:
Ada Homolova, Follow the Money, Ολλανδία
Adrien Senecat, Le Monde, Γαλλία
Ante Pavić, Oštro, Κροατία
Attila Biro, Context Investigative Reporting Project Romania, Ρουμανία
Beatriz Jimenez, Grupo Merca2, Ισπανία
Ben Weiser, ZackZack, Αυστρία
Carlotta Indiano, IRPI, Ιταλία
Emilia Garcia Morales, Grupo Merca2, Ισπανία
Giulio Rubino, IRPI, Ιταλία
Hans-Martin Tillack, Die Welt, Γερμανία
Ιωάννα Λουλούδη, Reporters United, Ελλάδα
Karin Kőváry Sólymos, Investigatívne centrum Jána Kuciaka, Σλοβακία
Lars Bové, De Tijd, Βέλγιο
Lise Witteman, Follow the Money, Ολλανδία
Marcos Garcia Rey, Grupo Merca2, Ισπανία
Matej Zwitter, Oštro, Σλοβενία
Roberta Spiteri, Daphne Foundation, Μάλτα
Staffan Dahllöf, DEO.dk, Δανία / Σουηδία
Steven Vanden Bussche, Apache, Βέλγιο

Αφήστε μια απάντηση