ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ
Ευρυδίκη Μπερσή

Η βάρβαρη ρωσική εισβολή έστειλε (και) την Ευρώπη σ’ έναν τόπο χωρίς επιστροφή

Η Ευρυδίκη Μπερσή περιγράφει πώς ανταλλάξαμε την Ευρώπη της ειρήνης, την Ευρώπη της ευημερίας και την Ευρώπη της οικολογίας με την Ευρώπη-θεατή μιας επικίνδυνης δυναμικής κλιμάκωσης.

Η βάρβαρη ρωσική εισβολή έστειλε (και) την Ευρώπη σ’ έναν τόπο χωρίς επιστροφή
Matt Shalvatis, Bumper Cars, Πρίπιατ (Τσερνόμπιλ), Ουκρανία / Flickr
28 Μαρτίου 2022

Το Reporters United δημοσιεύει στην πλατφόρμα των μπλογκ του άρθρα που αφορούν τον πόλεμο στην Ουκρανία, φιλοξενώντας απόψεις διαφορετικές, ακόμα και αντικρουόμενες μεταξύ τους. Η ενότητα των μπλογκ είναι ανοιχτή στην κοινότητα των δημοσιογράφων που συνιστούν το δίκτυο του Reporters United, αλλά και σε ρεπόρτερ απ’ όλον τον κόσμο με τους οποίους δουλεύουμε μαζί. Αντίθετα με τα ρεπορτάζ και τις έρευνές μας που δεσμεύουν το Reporters United, τα άρθρα των μπλογκ απηχούν τις απόψεις της συντάκτριας και του συντάκτη.


Συζητώντας, στις αρχές του 2014, με τον τότε Αμερικανό πρέσβη στο Κίεβο Τζέφρι Πάιατ ποιους πολιτικούς προορίζουν για την εξουσία στο Κίεβο όταν οι διαδηλωτές στην πλατεία Μαϊντάν ανατρέψουν τον φιλορώσο πρόεδρο Γιανουκόβιτς -σε μια συνομιλία που υπεκλάπη πιθανότατα από Ρώσους- και αδιαφορώντας για τις ευρωπαϊκές θέσεις, η τότε υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Βικτόρια Νούλαντ είχε αναφωνήσει «F..k the EU!», δηλαδή, ευγενικά, «στο διάολο η Ευρωπαϊκή Ένωση». Είναι απίστευτο το πόσο πιστά ακολούθησε η ΕΕ αυτό το φύλλο πορείας. Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, βαριές δηλώσεις όπως «Η Ευρώπη ξύπνησε», «η γεωπολιτική Ευρώπη γεννιέται» αποσιωπούν το γεγονός ότι η Ευρώπη έχει στείλει θεμελιώδεις αξίες της σε έναν τόπο από τον οποίο δύσκολα υπάρχει επιστροφή.  

Το λιγότερο που μπορεί να διαπιστώσει κανείς είναι ότι έχουμε εισέλθει σε μια γκρίζα ζώνη ανάμεσα στην ειρήνη και στον πόλεμο, και ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ως εγγυήτρια της ειρήνης στην ευρωπαϊκή ήπειρο είναι παρελθόν.

Η εγκληματική, παράνομη, βάρβαρη αλλά όχι απροσδόκητη εισβολή του Βλαδιμήρ Πούτιν στην Ουκρανία πράγματι ένωσε τις ευρωπαϊκές χώρες, τις ώθησε να ενεργήσουν με αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα και είναι ιστορικό το ότι αυτό συνέβη. Αλλά η ενότητα επιτεύχθηκε υπό απόλυτη αμερικανική καθοδήγηση, σαν να βρισκόταν η Ευρώπη στην άλλη όχθη του Ατλαντικού και να μην είχε διακριτά συμφέροντα από τις ΗΠΑ. 

Μαζί με την στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης αποχαιρετήσαμε ένα από τα βασικότερα, άρρητα θεμέλια της ευρωπαϊκής ενοποίησης, τη δέσμευση της Γερμανίας ότι θα παραμείνει αποκλειστικά οικονομική, όχι στρατιωτική δύναμη. Μετά από τις δεκάδες εκατομμύρια νεκρούς στις τρομακτικές μάχες Γερμανών και Ρώσων σε δύο παγκοσμίους πολέμους, η αποφυγή ενός νέου πολέμου στις ανατολικές παρυφές της Ευρώπης ήταν κορυφαίος στόχος της γερμανικής και κατ’ επέκταση της ευρωπαϊκής πολιτικής. Κι όμως μέσα σε μία νύχτα η Γερμανία έστειλε όπλα στην εμπόλεμη ζώνη της Ουκρανίας και αύξησε τον αμυντικό της προϋπολογισμό κατά 100 δισεκατομμύρια ευρώ, ανεβάζοντας τις στρατιωτικές της δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ. 

Ένα ανοικτό ερώτημα για το μέλλον είναι πόσο αρνητική επίδραση θα έχει ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας στις ευαίσθητες ισορροπίες ανάμεσα στο Παρίσι και το Βερολίνο. (Πάντως, το γεγονός ότι η Γερμανία σχεδιάζει να προμηθευτεί αμερικανικά F-35 και όχι γαλλικά Rafale σίγουρα δεν βοηθά τις ισορροπίες αυτές.)

Η Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρεί ότι δεν βρίσκεται σε πόλεμο με τη Ρωσία, όμως το πιστεύει η Ρωσία και αυτό δυστυχώς αρκεί. Στις αρχές Μαρτίου, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Λαβρόφ υποστήριξε ότι το θέμα «δεν είναι πλέον η Ουκρανία, είναι μια συνολική επίθεση κατά των ρωσικών συμφερόντων, του πολιτισμού, της θρησκείας, της γλώσσας, της ασφάλειας, μια μάχη ζωής ή θανάτου για την ύπαρξη της Ρωσίας στον πολιτικό χάρτη». 

Το λιγότερο που μπορεί να διαπιστώσει κανείς είναι ότι έχουμε εισέλθει σε μια γκρίζα ζώνη ανάμεσα στην ειρήνη και στον πόλεμο, και ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ως εγγυήτρια της ειρήνης στην ευρωπαϊκή ήπειρο είναι παρελθόν.

Ας εξετάσουμε και τις υπόλοιπες μεταβολές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ελπίζοντας ότι δεν θα υπάρξει ευρύτερος πόλεμος και έτσι όλα αυτά θα έχουν κάποια σημασία και στο μέλλον. Το ευρώ είναι λιγότερο ελκυστικό ως διεθνές αποθεματικό νόμισμα μετά την πρωτοφανή απόφαση να απαγορευθεί η πρόσβαση της ρωσικής κεντρικής τράπεζας  στις καταθέσεις που διατηρεί σε ευρώ. Αν ποτέ η Ευρώπη φιλοδοξούσε να παίξει ανεξάρτητο διεθνή ρόλο μέσω του νομίσματός της, θα πρέπει μάλλον να το ξεχάσει. Στα θέματα δημοκρατικών αξιών, η απαγόρευση των ρωσικών καναλιών και οι σκληρές οδηγίες που την συνοδεύουν (τιμωρούνται ακόμα και οι λογαριασμοί που αναπαράγουν περιεχόμενο προερχόμενο από ρωσικά ΜΜΕ) θέτει άβολα ερωτήματα για την ελευθερία του τύπου, κάτι που επισημάνθηκε από διεθνείς δημοσιογραφικές ενώσεις. Το ευρύ κοινό αντιλαμβάνεται πολύ εύκολα τη χροιά τέτοιων απαγορεύσεων όταν αυτές επιβάλλονται σε δυτικά μέσα που λειτουργούν στην Κίνα, στη Ρωσία ή στη Βόρεια Κορέα.

Οι Βρυξέλλες απλά ελπίζουν ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες θα στείλουν ολόκληρο τον λογαριασμό για την αναμενόμενη εκτίναξη των τιμών των ειδών διατροφής στη Ρωσία.

Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία έχει δεχθεί σοβαρό πλήγμα. Ο λιγνίτης επέστρεψε, νεες υποδομές υγροποιημένου φυσικού αερίου που θα κλειδώσουν την εξάρτηση από το αέριο για δεκαετίες λαμβάνουν επείγουσα χρηματοδότηση, νέες εξορύξεις που είχαν εγκαταλειφθεί συζητούνται ξανά. Δεν πρέπει βέβαια να υποτιμούμε την ικανότητα των ενεργειακών σοκ να οδηγούν σε άλματα στην περιβαλλοντική πολιτική, αλλά μέχρι στιγμής, το μόνο άλμα που βλέπουμε είναι προς τα πίσω.

Αντίο στην Ευρώπη της ευημερίας

Αυτό που επίσης απωλέσθη είναι η «Ευρώπη της ευημερίας». Αντί να εμφανιστεί ως σύμμαχος των Ευρωπαίων καταναλωτών, την κρίσιμη ώρα της εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας, η Ευρωπαϊκή Ένωση εμφανίζεται ως αντίπαλος, επιμένοντας (ίσως όχι για πολύ ακόμη) στα χρηματιστήρια ενέργειας και στο σύστημα τιμολόγησης που καθορίζει τις τιμές με βάση την ακριβότερη, εν προκειμένω με βάση την τιμή του φυσικού αερίου.

Άνθρωποι που πέρασαν όλη τους τη ζωή καταγγέλλοντας ιμπεριαλιστικούς πολέμους και συμπάσχοντας ειλικρινά με τα θύματα δεν έχουν να αποδείξουν τίποτα σε όσους μόλις ανακάλυψαν τι είναι οι πόλεμοι αυτοί.

Οι διαδοχικοί γύροι εξοντωτικών κυρώσεων στη Ρωσία, σε συνδυασμό με την διακοπή των ουκρανικών εξαγωγών εξαιτίας του πολέμου αποκλείουν την Ευρώπη από τον σιτοβολώνα της, δημιουργώντας τεράστια προβλήματα στην αγορά σιτηρών, λιπασμάτων και σημαντικών πρώτων υλών. Οι Βρυξέλλες δεν εξηγούν ποιες θα είναι οι συνέπειες για την διατροφική ασφάλεια και τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς των Ευρωπαίων ούτε λαμβάνουν, μέχρι στιγμής, ουσιαστικά μέτρα για να μετριάσουν το εσωτερικό πλήγμα. Απλά ελπίζουν ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες θα στείλουν ολόκληρο τον λογαριασμό για την αναμενόμενη εκτίναξη των τιμών των ειδών διατροφής στη Ρωσία.

Την ίδια ώρα, οι προοπτικές που ανοίγονται για τους αμερικανικούς κολοσσούς του αγροτοδιατροφικού τομέα είναι τόσο λαμπρές όσο και αυτές της αμερικανικής βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων και οπλικών συστημάτων.

Πίσω στην Ευρώπη, η υγεία, η παιδεία, η κοινωνική πολιτική και ο πολιτισμός ετοιμάζονται για τα χειρότερα. Η γερμανική κυβέρνηση δεν έχει εξηγήσει ακόμη στους πολίτες της τι θα περικόψει ώστε να διοχετεύσει επιπλέον 100 δισεκατομμύρια ευρώ σε εξοπλισμούς, ούτε η φινλανδική κυβέρνηση έχει εξηγήσει από πού θα προέλθουν τα χρήματα για τα 64 μαχητικά F-35 που μόλις παρήγγειλε, αλλά τα επίπονα μέτρα είναι βέβαια.

Εδώ, παρεμπιπτόντως βρίσκεται η ουσιαστικότερη απάντηση προς όσους υπαινίσσονται ότι η σημερινή ευρωπαϊκή αριστερά βλέπει με καλό μάτι τον Πούτιν, όπως κάποια τμήματά της έβλεπαν κάποτε τη Σοβιετική Ένωση. Η ύπαρξη της ΕΣΣΔ λειτουργούσε ως φόβητρο για τις ευρωπαϊκές ελίτ, που συμφώνησαν σε κοινωνικές παροχές προκειμένου να εξουδετερώσουν την όποια έλξη μπορούσε να ασκήσει στα λαϊκά στρώματα η άλλη πλευρά του παραπετάσματος. Ο ρόλος της Ρωσίας αυτή τη στιγμή είναι ο αντίστροφος. Όχι μόνο δεν αποτελεί κανενός είδους πρότυπο κοινωνικών κατακτήσεων, όχι μόνο ενισχύει πλείστους όσους εκπροσώπους του ακροδεξιού συρφετού, όχι μόνο περιφρονεί όλη την πρόοδο των τελευταίων δεκαετιών στο θέμα των δικαιωμάτων των γυναικών και των ΛΟΑΤΚΙ+,  αλλά με τους πολέμους της δίνει την ευκαιρία στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να αναδιατάξουν τις προτεραιότητές τους απομακρυνόμενες ακόμη περισσότερο από τις παραδοσιακές αξίες της αριστεράς.

Εξάλλου, άνθρωποι που πέρασαν όλη τους τη ζωή καταγγέλλοντας ιμπεριαλιστικούς πολέμους και συμπάσχοντας ειλικρινά με τα θύματα δεν έχουν να αποδείξουν τίποτα σε όσους μόλις ανακάλυψαν τι είναι οι πόλεμοι αυτοί.

Ο λόγος που κάποιοι στην αριστερά φωνάζουν ότι πρέπει να μπει φρένο και να μην πέσει άλλο λάδι στη φωτιά είναι ο ίδιος που το φωνάζουν όσοι έχουν μια συνολικότερη αντίληψη για το πόσο λίγο απέχει ο εφιάλτης στην Ουκρανία από τον εφιάλτη σε πανευρωπαϊκή, ή και παγκοσμια κλίμακα.

Ο Κρίστοφερ Τσίβις, πρώην αξιωματούχος των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών στην Ευρώπη και νυν διευθυντής του προγράμματος Responsible Statecraft στο ινστιτούτο Carnegie παρουσίασε μια σύνοψη των πολεμικών σεναρίων που «έτρεχαν» όλα αυτά τα χρόνια οι αμερικανικές υπηρεσίες με επίκεντρο μια σύγκρουση στην Ουκρανία. Είναι όλα φρικτά, κάποια σε ασύλληπτο βαθμό.

Το πρώτο βασικό σενάριο οδηγεί σε χρήση πυρηνικών όπλων, είτε περιορισμένη σε 1-2 πυρηνικές εκρήξεις είτε κλιμακούμενη ως την ολοκληρωτική καταστροφή, την εξέλιξη που δεν θα έχει νικητές και ηττημένους («δεν θα υπάρξουν νικητές» ήταν μία από τις προειδοποιήσεις του Πούτιν προς τη Δύση, τότε που ο άρχων του Κρεμλίνου ενημέρωνε ότι θα βρει «στρατιωτικές λύσεις» στην Ουκρανία και πολλοί νόμιζαν ότι μπλοφάρει).

Το δεύτερο βασικό σενάριο για το πώς μπορεί να τελειώσει όλο αυτό, σύμφωνα με τον Τσίβις είναι να επιβληθεί στην Ουκρανία «μια πικρή ήττα που θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να χωνέψουν οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση».

Το να στριμώξει κανείς στη γωνία μια μεγάλη πυρηνική δύναμη, τηλεγραφώντας στην ηγεσία της ότι απειλείται η ίδια της η υπόσταση δεν είναι η πιο έξυπνη στρατηγική από τη σκοπιά της επιβίωσης του ανθρώπινου γένους.

Σε αυτό το σημείο θα ήταν καλό να πάρουμε όλοι μια ανάσα και να επαναλάβουμε ποια ήταν τα δύο βασικά σενάρια στις αμερικανικές προσομοιώσεις πολέμου: Συνεχιζόμενη κλιμάκωση πέρα από το κατώφλι της χρήσης πυρηνικών όπλων ή ήττα για την Ουκρανία, που αναγκάζεται, κατ’ ελάχιστον να αποδεχθεί οδυνηρούς συμβιβασμούς για το καθεστώς εδαφών που τυπικά της ανήκουν, όπως η Κριμαία και το Ντονμπάς.

Το τρίτο σενάριο και η ιεροσυλία

Ο θρίαμβος της ουκρανικής αντίστασης, η συντριβή του ρωσικού στρατού, η ανατροπή του Βλαντίμιρ Πούτιν από εσωτερικούς αντιπάλους δεν υπήρχαν πουθενά στα προπολεμικά σενάρια. Όμως αυτή η προοπτική βρίσκεται σε όλο και περισσότερα χείλη αναλυτών και αξιωματούχων τις τελευταίες εβδομάδες, και η αμφισβήτησή της κινδυνεύει να χαρακτηριστεί ιεροσυλία.

Έχουν άραγε αλλάξει τόσο πολύ τα δεδομένα ώστε να ποντάρουμε τα πάντα σε αυτό το μικρό ενδεχόμενο; Σίγουρα οι ουκρανικές δυνάμεις, πολεμώντας με σθένος για την εθνική ανεξαρτησία και βασιζόμενες στην πολυετή εκπαίδευση και τη συνεχή τροφοδοσία με οπλισμό από τη Μεγάλη Βρετανία, τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ενωση έχουν αποδειχθεί πολύ αποτελεσματικότερες από αυτό που ανέμενε ο Βλαντίμιρ Πούτιν. Σίγουρα ο ρωσικός στρατός έχει υποστεί πολύ βαρύτερες απώλειες και σίγουρα οι οικονομικές κυρώσεις έχουν προξενήσει σοβαρά προσκόμματα στη χρηματοδότηση του πολέμου.

Το να στριμώξει κανείς στη γωνία μια μεγάλη πυρηνική δύναμη, τηλεγραφώντας στην ηγεσία της ότι απειλείται η ίδια της η υπόσταση δεν είναι η πιο έξυπνη στρατηγική από τη σκοπιά της επιβίωσης του ανθρώπινου γένους.

Αλλά και αυτές οι εξελίξεις δεν αποκλείουν την πιθανή κλιμάκωση. Σύμφωνα με τον Τσίβις, σε περίπτωση νίκης της ουκρανικής αντίστασης, «οι ουκρανικές δυνάμεις θα έχουν πολύ σημαντικό κίνητρο να επιτεθούν στην ρωσική οπισθοφυλακή στη Λευκορωσία ή στην ίδια τη Ρωσία». Είμαστε σίγουροι ότι όλα αυτά τα όπλα με τα οποία ενισχύουμε αφειδώς τις παραστρατιωτικές ομάδες που έχουν ενταχθεί στον ουκρανικό στρατό θα σιγήσουν την κατάλληλη στιγμή; Η μέθη γενικώς και η μέθη της νίκης ειδικώς δεν είναι καλός σύμβουλος.

 Στη μεγάλη βεντάλια σεναρίων που οδηγούν σε επικίνδυνη κλιμάκωση, το κεντρικό είναι μια επίθεση του Πούτιν εναντίον ενισχύσεων που οδεύουν προς την Ουκρανία και βρίσκονται σε κάποια χώρα του ΝΑΤΟ. Αυτή μπορεί να συμβεί και κατά λάθος. Το γεγονός ότι στην Ουκρανία οι ρωσικοί πύραυλοι δεν βρίσκουν πάντα το στόχο τους δίνει ελπίδα στην ουκρανική αντίσταση, αλλά θα μπορούσε και να είναι η μοιραία εξέλιξη που θα σπρώξει την κατάσταση σε μια ανεξέλεγκτη κλιμάκωση. Μακάριοι όσοι πιστεύουν ότι το πολιτικό προσωπικό είναι τόσο ικανό και ότι τα συστήματα λήψης αποφάσεων λειτουργούν τόσο συντονισμένα και τόσο άρτια ώστε να διαχειριστούν πυρηνικά οπλοστασια με την αστραπιαία ταχύτητα που απαιτείται σε καταστάσεις αυξημένου συναγερμού.  

Πόσο επιθυμητός, στ’ αλήθεια, είναι ένας συμβιβασμός;  

Η μόνη διέξοδος από το σπιράλ της κλιμάκωσης και από την φρίκη του συνεχιζόμενου πολέμου θα ήταν ένας συμβιβασμός το ταχύτερο δυνατόν. Πολλοί αμφιβάλλουν ότι ο Πούτιν θα τον αποδεχόταν, υποστηρίζοντας ότι είναι ο «νέος Χίτλερ» και ότι έχει αποφασίσει να πάει μέχρι τέλους. Λιγότερη προσοχή δίδεται στο ερώτημα αν η Δύση και η ουκρανική κυβέρνηση είναι διατεθειμένες να υποστηρίξουν έναν συμβιβασμό. Αν είχαν αυτή την πρόθεση δεν θα το είχαν κάνει εδώ και καιρό; Μήπως τυχόν θα μπορούσε το κουτί της Πανδώρας να είχε παραμείνει κλειστό αν οι ΗΠΑ είχαν προτρέψει τόσα χρόνια το Κίεβο να έρθει σε συμφωνία με τη Μόσχα για το Ντονμπάς και την Κριμαία; Σε αντίθεση με την Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία προσπάθησε, οι ΗΠΑ δεν το έκαναν και έτσι δεν θα μάθουμε ποτέ. Αντίθετα, όταν το 2019 ο νεοεκλεγείς τότε πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμηρ Ζελένσκι επιχείρησε να θέσει τα θεμέλια για μια τέτοια συμφωνία, άρχισαν να εμφανίζονται στον αμερικανικό τύπο δημοσιεύματα που ανέφεραν πόσο δυσαρεστημένοι είναι οι Ουκρανοί εθνικιστές και πώς διαμαρτύρονται ενάντια στην προοπτική μιας συμφωνίας, ενώ η απεικόνιση (ακόμη και η φωτογραφική) του αμφιταλαντευόμενου Ζελένσκι δεν είχε καμία σχέση με τις σημερινές αγιογραφίες.

Το πώς φθάσαμε ως εδώ δεν είναι ένα θεωρητικό ζήτημα, αντιθέτως έχει τεράστια σημασία να δούμε με ειλικρίνεια τι συνέβη, αν πρόκειται να εμποδίσουμε την δυναμική της περαιτέρω κλιμάκωσης.  Μεγάλο «αν», γιατί πλέον το χάσμα είναι αβυσσαλέο. Μετά τις 24 Φεβρουαρίου, όσο περισσότερες ουκρανικές πόλεις και χωριά ισοπεδώνει ο ρωσικός στρατός, όσο περισσότεροι Ουκρανοί στρατιώτες δίνουν ηρωικές μάχες, όσο περισσότερες γυναίκες και παιδιά χάνουν τη ζωή τους και βλέπουν το μέλλον τους να καταστρέφεται από τις ρωσικές βόμβες, τόσο θα εξανεμίζεται η παραμικρή διάθεση για συγκερασμό συμφερόντων.

Ακριβώς αυτό είναι το εξαιρετικά επικίνδυνο σημείο των απερίσκεπτων εκκλήσεων για ανατροπή του Πούτιν και για απόλυτη επικράτηση του Κιέβου. Αν η δυτική κοινή γνώμη αποδεχθεί ότι αυτοί είναι οι στόχοι τότε οι πιέσεις, ήδη ισχυρότατες, προς την κατεύθυνση της κλιμάκωσης και της ευθείας συμμετοχής πολυάριθμων χωρών στις εχθροπραξίες, θα γίνουν αφόρητες. Καμία ενδιάμεση λύση δεν θα θεωρείται ικανοποιητική. Οσοι προειδοποιούν για τις συνέπειες, θα λοιδωρούνται.  

Εκεί θα ήταν χρήσιμη μια Ευρωπαϊκή Ένωση που συνειδητοποιεί τους περιορισμούς της γεωγραφίας και τα διδάγματα της ιστορίας και δεν έχει πάρει τ’ άρματα με στόχο την «αλλαγή καθεστώτος» στη Μόσχα. Ομως ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε οποιαδήποτε απόπειρα συμβιβασμού δύσκολα θα είναι κάτι παραπάνω από διακοσμητικός. Αν η Ρωσία θελήσει να διαπραγματευθεί, θα στραφεί απευθείας στην Ουάσιγκτον, αν αναζητήσει μεσολαβητές θα απευθυνθεί σε τρίτες χώρες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ως αυτόνομος δρών και ως φορέας των αξιών της δημοκρατίας, της ειρήνης και της ευημερίας έχει θυσιαστεί στο βωμό του γεωπολιτικού ανταγωνισμού ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία.  Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι όλα αυτά, η επίσημη ρητορική τα αντιλαμβάνεται ως θρίαμβο.

Διευκρίνιση στις 4/4/2022: Για τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας θα απαιτηθεί αναθεώρηση του συντάγματος όχι επειδή το σύνταγμα απαγορεύει τον εξοπλισμό της χώρας αλλά επειδή απαγορεύει, στο όνομα των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, το ύψος των δαπανών που απαιτούνται.